skip to main |
skip to sidebar
αφιερωμένο...
Ανάρτησησε δέντρο κέντροαιχμήςσε δρόμο που συχνάζουν τρελοίκι αρώματα παθώνωρών πνιγηρώνκαι χνώταστο στήθος της γηςπου πλάγιασανμεθυσμένοιεθισμένοισ' αρρώστεια ηδονήςΜπλόκο σε νου ανισόπεδοσε οδοφράγματαεμπόδια πνοήςΜη κοιτάςπου σφάζονται παιδιά -αυτά τα γερασμέναπου χτύπησαν κόκκινοστους παλμούςόταν αντίκρυσαντο ρίγος της αλήτισας σελήνης
Και πριν τη φύση τη νεκρήένας ατέλειωτος λυγμόςξερίζωσε για πάντατη σιωπήΕδώπ' αγναντεύεις τα κύματακι ερωτεύεσαι τα βράχιαακούμπησε το κορμί σουδιωγμένη απ' τη θάλασσαΓι' αυτόσου είπα σ' αγαπώ-;-
Πατεράκη Ευαγγελία

Σε είδα
Kατέβαινες τη σκάλα του θριάμβου μέσα σε μια νυχτιάτικη και ξαφνική βροχή... Κρατούσες ένα ανάγλυφο λιοντάρι - απομίμηση της πρώτης σου γιορτής
"Πού πας;" σε ρώτησα
"Γυρεύω φρένο στην κατηφόρα της ντροπής μου" απάντησες
Τα κορίτσια δίπλα σου μοίραζαν τις θηλές τους στα περαστικά σχόλια
Εγώ αντέδρασα κρατώντας ένα κερί αναστάσιμο
"Πήγαινε" σου είπα και σου χάρισα φώτα ομίχλης
Πρόλαβα να πατήσω το συμπλέκτη θυμίζοντάς σου, την μεγάλη επιστροφή
"Σε έχω" απάντησες
Κι εγώ γνώριζα ότι ζητούσες μια μήτρα να ξαναγεννηθείς
¨Τι μου λες;" σκέφτηκες και χαμογέλασα
Ήταν σα να σου ΄λεγα "τώρα, δεν κάνεις λάθος"γιατί το λάθος το είχα ξεπεράσει από καιρό εγώ
Πατεράκη Ευαγγελία

Κατά την θλίψιν
οι συνευρέσεις απεργούν
ή
τιμωρούνται
οι ανάσες μου
Απέχουν οι Στιγμές
Οι κινήσεις δυσπραγούν
οι μύες
δακρύζουν
τα μάτια μόνο
ζουν
Θαμπώνουν οι καιροί
Τελεύουν τα λόγια
Τέλος κι αρχή
συμπτώσεις και
πτώσεις
Φιλόπτωχοι πολλοί
Τακ! Κι οργιάζουν
Συναντιώνται
σε γδαρμένες πόρτες -
εκεί
που μεγάλωσαν τα μάτια μου
επιδεικνύοντας
τις περασμένες εκδρομές
και
τη σημερινή επιφυλακή
στο ασύνορο σκοτάδι
Ψυχογράφημα
λοιπόν
πανικούμιας ματωμένης γιορτής
Οι ήχοι μουσιγανεύουν
Τακ! Κάνουν
να φτάσουν
να τρέξουν
αραιές σταγόνες βροχής
Τα νύχια μου
μεγάλωσαν
Τα νύχια...
σφάζουν την ψυχή μου
Αυτοχειρία αποπομπής
στα άδυτα των αδύτων
Κι ακόμη καταπίνω βροχή
Πατεράκη Ευαγγελία